Ποιοί/ες είμαστε

Πώς ξεκινήσαμε

Το κάλεσμα για την παραγωγή μιας ταινίας με κινηματικούς όρους, έγινε από την συλλογικότητα +τεχνία- (συλλογικότητα αναρχικών/ αντιεξουσιαστών ενάντια στο εμπόρευμα και στο θέαμα) και απευθύνθηκε κυρίως σε άτομα που δραστηριοποιούνται στον αναρχικό / αντιεξουσιαστικό χώρο, σε συντρόφους /ισσες αλλά και φίλους/ες με κριτήριο το ενδιαφέρον τους για τα δημιουργικά και πολιτικά χαρακτηριστικά του εγχειρήματος και όχι απαραίτητα τις γνώσεις τους για τον κινηματογράφο. (*)

Στο κάλεσμα ανταποκρίθηκαν περίπου 30 άτομα και αφού στις πρώτες συναντήσεις συζητήθηκαν και συμφωνήθηκαν από κοινού τα χαρακτηριστικά του εγχειρήματος, δημιουργήθηκε η ομάδα παραγωγής Lyssa Crew. Η παραγωγή της ταινίας δεν αφορούσε πλέον μόνο την +τεχνία- που έκανε την πρόταση αλλά όλους/ες όσοι/ες ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα, σχηματίζοντας την ομάδα παραγωγής. Το Lyssa Crew ανέλαβε εξ ολοκλήρου την παραγωγή της ταινίας και αποφάσιζε αυτόνομα για όλα τα ζητήματα διαδικασιών ή παραγωγής στις συνελεύσεις της ομάδας, όποτε αυτές γίνονταν.

Τα χαρακτηριστικά μας

Επιλέξαμε να αυτοοργανωθούμε, καθώς η αυτοοργάνωση βρίσκεται στον αντίποδα του ιεραρχικού και κάθετα διαρθρωμένου τρόπου παραγωγής και οργάνωσης που χαρακτηρίζει τον αστικό πολιτισμό. Πρόκειται για μια δομική και άρα ουσιαστική αντίθεση μεταξύ ενός πολιτισμού που παράγει διακρίσεις και σχέσεις εκμετάλλευσης από τη μια, και ενός πολιτισμού που προάγει σχέσεις ισότητας και αλληλεγγύης από την άλλη.

Εξαρχής, δώσαμε ιδιαίτερη βαρύτητα στον αυτομορφωτικό χαρακτήρα της όλης διαδικασίας, φροντίζοντας το ισότιμο μοίρασμα της γνώσης μεταξύ μας. Επιδιώξαμε να στήσουμε ένα εργαστήρι αυτομόρφωσης και όχι μια παραγωγή στηριγμένη σε ειδικούς του είδους, σε αυθεντίες, σε “προνομιακούς ρόλους”. Επιλέξαμε δηλαδή συνειδητά να μην στήσουμε το συνεργείο μας με όρους αποτελεσματικότητας, το οποίο θα υπηρετούσε απλώς το όραμα “ενός πεφωτισμένου δημιουργού”.
Με δεδομένο πως ελάχιστοι/ες από εμάς είχαν προηγούμενη εμπειρία σε κινηματογραφική παραγωγή, δημιουργήθηκαν ομάδες στήριξης σε κάθε παραγωγικό τομέα (σκηνοθεσία, φωτογραφία, σκηνικά, κουστούμια) με ανοιχτή σχέση αλληλοτροφοδοσίας μεταξύ τους ανάλογα με τη συσσώρευση αναγκών και εργασιών.

Στην πρόταση για την ταινία συμπεριλαμβανόταν και μια πρόταση σεναρίου, γραμμένο από εμάς, το οποίο τέθηκε προς συλλογική διαμόρφωση. Στις συνελεύσεις που ακολούθησαν, αφού υιοθετήθηκε το σενάριο – το οποίο συζητήθηκε και διαμορφώθηκε συλλογικά -, συζητήθηκαν θέματα και πάρθηκαν αποφάσεις που αφορούσαν από την πολιτική και θεωρητική υπόσταση του εγχειρήματος, μέχρι τον τόπο των γυρισμάτων και την αισθητική της ταινίας συνολικά.

Σε όλα τα στάδια της παραγωγής το εγχείρημα αν και αντιμετώπισε ευθέως το όριο της σύνδεσής του με πραγματικές οικονομικές ανάγκες, κατάφερε να κρατήσει ακέραιο τον αντιεμπορευματικό του χαρακτήρα.

Πέραν του αυτονόητου ότι, σε κανένα στάδιο της παραγωγής δεν υπήρξαν χρηματικές αμοιβές, τόσο μεταξύ μας όσο και προς τρίτους, για οποιαδήποτε δημιουργική βοήθεια ή υποστήριξη, δημιουργήσαμε ένα κοινό ταμείο για όλα τα έξοδα της παραγωγής, με ελεύθερη οικονομική συνεισφορά των μελών του. Οι ανάγκες της παραγωγής καλύφθηκαν με αλληλοβοήθεια, συντροφικότητα και ανιδιοτελή προσφορά υλικών και βοήθειας, όχι μόνο από την ομάδα παραγωγής αλλά και από ένα κύκλο δεκάδων φίλων και συντρόφων/ισσών. Προφανώς χρησιμοποιήσαμε χρήματα, ελέω καπιταλισμού, που αποκτήσαμε ξεπουλώντας την εργατική μας δύναμη, για να τα διαθέσουμε σε ένα κοινό ταμείο, για ένα κοινό σκοπό. Με αυτόν τον τρόπο όμως πιστεύουμε ότι μπορούμε να μπλοκάρουμε την κυριαρχία των χρηματικών συναλλαγών εξορίζοντάς τες από τη δημιουργική διαδικασία, και χωρίς να τους επιτρέπουμε να καθορίσουν τις σχέσεις μας.

Γνωρίζουμε πως ένα κοινό ταμείο δεν εξαφανίζει συνολικά το χρήμα ως έννοια (κανείς δεν μας χάρισε τη βενζίνη για τις μετακινήσεις μας στα γυρίσματα). Στον καπιταλισμό ζούμε, θα πουν κάποιοι, και είναι αναπόφευκτη η χρήση χρημάτων, όμως αυτό για εμάς δε σημαίνει πως πρέπει να αναπαράγουμε τον καπιταλισμό μέσα στις σχέσεις μας και τον τρόπο που δημιουργούμε. Το κοινό ταμείο, με ελεύθερη συνεισφορά για τα έξοδα παραγωγής, μας δίνει τη δυνατότητα να μην υπάρχει κανενός είδους τιμή, χρηματικό αντίτιμο ή κόστος για τη διάθεση, τη διανομή και την προβολή της ταινίας, αφού κανένας χρηματοδότης δεν περιμένει να πάρει «πίσω τα λεφτά του», πόσο μάλλον να βγάλει κέρδος.

Συνακόλουθα με αυτά τα χαρακτηριστικά, ο φυσικός χώρος διάθεσης και προβολής της ταινίας – πέρα από το δημόσιο διαδικτυακό ιστό, όπου θα προβάλλεται ελεύθερα μέσα από κινηματικό server – είναι οι χώροι που περιέχουν και προτάσσουν τα αυτοοργανωμένα, αντιιεραρχικά και αντιεμπορευματικά χαρακτηριστικά της. Στέκια, καταλήψεις, ανοιχτές συνελεύσεις, σωματεία βάσης, κοινωνικοί χώροι, χώροι δηλαδή που παράγουν και διακινούν ανατρεπτικές ιδέες και κινήσεις, και όχι εναλλακτικές εμπορευματοποιημένες νησίδες με επαναστατικό life style για καταναλωτές.

(*) Ένα ζήτημα που τέθηκε εξ αρχής, ήταν η συμμετοχή στο εγχείρημα συντρόφων/ισσών και φίλων που έχουν επαγγελματική σχέση με τις παραστατικές τέχνες, είτε ως τεχνικοί είτε ως ηθοποιοί. Η άποψη της +τεχνίας-  ήταν και παραμένει αρνητική, ως προς τον ρόλο και τη θέση των επαγγελματιών του είδους στον κόσμο του Θεάματος και το θέμα συζητήθηκε διεξοδικά στις αρχικές συνελεύσεις, όπου παρατέθηκαν διαφορετικές απόψεις, έως ότου καταλήξουμε σε μια κοινή απόφαση. Ιδιαίτερο βάρος  σε αυτήν την κοινή απόφαση, είχε η εμπειρία αγώνα που είχαν αρκετοί/ες από εμάς (και όχι μόνο από την +τεχνία-), κατά τη διάρκεια της εξέγερσης του Δεκέμβρη του 2008. Σε εκείνα τα γεγονότα, συναντηθήκαμε στο δρόμο και σε καταλήψεις με ένα τμήμα του “καλλιτεχνικού κόσμου”, που αμφισβητούσε και ακύρωνε δημόσια την προνομιακή για το σύστημα ιδιότητα του “καλλιτέχνη”.

Συμπράξαμε και συνδράσαμε, με τη μοναδική “ιδιότητα” που αφορούσε όλο τον κόσμο που συμμετείχε εκείνες τις μέρες στα γεγονότα, αυτή του/της εξεγερμένου/ης. Έτσι αποφασίσαμε πως υπό την προϋπόθεση μιας πραγματικής και ζωντανής σχέσης – τόσο στο πολιτικό όσο και στο δημιουργικό πεδίο –  μπορεί να έχουν θέση στο εγχείρημα μας “επαγγελματίες” που επιλέγουν να “μην χωρούν” μέσα στο επάγγελμα τους, που δεν το θεοποιούν – αλλά επιδιώκουν να το απομυθοποιήσουν -, που κρατούν στάση αποχής από το life style και την χυδαία δημοσιότητα. Άνθρωποι που δεν πωλούν την εικόνα τους, αλλά αντιλαμβάνονται τον εαυτό τους ως εργαζόμενο παρά ως χαρισματική περσόνα, που αμφισβητούν, που δρουν κοινωνικά και δεν κρύβονται πίσω από κάποια αυτάρεσκη “καλλιτεχνική” ευαισθησία.

Με αυτό το σκεπτικό αποφασίσαμε, διεμβολίζοντας τις αβέβαιες – από τους ίδιους τους φορείς τους – ιδιότητες, να δοκιμάσουμε και να δοκιμαστούμε, σε ένα γόνιμο πεδίο  ισότιμων συντροφικών σχέσεων και  κοινού συλλογικού σκοπού. Έχει σημασία επίσης να αναφερθεί, πως όλοι/ες όσοι/ες ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα και σύστησαν το Lyssa Crew, συμμετείχαν συμφωνώντας πάνω στα χαρακτηριστικά, το σκεπτικό και τον σκοπό του εγχειρήματος και ανεξάρτητα από το αν υιοθετούσαν εξ ολοκλήρου τις απόψεις της +τεχνία- . Στην ομάδα παραγωγής, άτομα διατήρησαν τις διαφωνίες τους και τη διαφορετική τοποθέτησή τους, πάνω σε θέματα ανάλυσης και οπτικής. Αυτό είναι και το κέρδος μας, με την λογική πως όλη αυτή η διαδικασία δεν απαιτούσε καμία ομογενοποιήση και “καθαρότητα”. Αυτό που μας ενδιέφερε ήταν η όσμωση και η σύνθεση διαφορετικών απόψεων, χωρίς να αλλοιώνονται τα χαρακτηριστικά του εγχειρήματος πάνω σε μια κοινή βάση, για ένα κοινό συλλογικό σκοπό.

Για την απώλεια μιας από εμάς

Τον χειμώνα του 2010-11, μετά τις πρώτες συνελεύσεις για την παραγωγή της ταινίας, και αφού μοιράσαμε “ρόλους, αρμοδιότητες και ειδικότητες” βρεθήκαμε μπροστά σε μια μεγάλη έλλειψη. Ένας από τους βασικούς χαρακτήρες του έργου, δεν μπορούσε να καλυφθεί από εμάς που είχαμε μαζευτεί. Δεν ήταν τόσο η υποκριτική εμπειρία που χρειαζόταν για τις απαιτήσεις του ρόλου, αλλά περισσότερο η ηλικία του χαρακτήρα, που μας δυσκόλευε να τον καλύψουμε.

Στο σημείο αυτό αποφασίσαμε να ενεργοποιήσουμε τις σχέσεις μας αναζητώντας ανθρώπους, που είχαν τα χαρακτηριστικά και την εμπειρία που χρειαζόμασταν και πιθανόν να ενδιαφέρονταν να συμμετάσχουν στο εγχείρημα μας. Στο μυαλό αρκετών από εμάς ήρθε πρώτα η Σάσα, μια φίλη, μια γνωστή παρουσία σε κινηματικά πράγματα, μια γυναίκα με ήθος, αξίες και αγωνία για τα κοινά, μια ηθοποιός με πολύχρονη θεατρική και κινηματογραφική εμπειρία. Από εκείνες, που λόγω της τέχνης της, την γνώριζαν αρκετοί, μα οι περισσότεροι την γνώριζαν για τη συμπαράσταση και την αλληλεγγύη που έδινε απλόχερα σε όποιον τη χρειαζόταν. Προσπεράσαμε την “καλλιτεχνική της ιδιότητα” και της χτυπήσαμε το κουδούνι, μας δέχτηκε με χαρά και αφού της περιγράψαμε το σενάριο και της εξηγήσαμε τα χαρακτηριστικά και τις προθέσεις του εγχειρήματός μας, τη ρωτήσαμε αν θα ήθελε να βοηθήσει και να συμμετάσχει σε μια “ταινία αναρχικών”. Η απάντηση της ήταν αβίαστη, “Θα είναι τιμή μου”.

Ξεκινήσαμε πρόβες για έναν ολόκληρο χρόνο αλλά, κάπου στα μισά αυτής της διαδρομής, η Σάσα αρρώστησε σοβαρά και ξεκίνησε έναν αγώνα επιβίωσης πλέον. Αυτό δεν την εμπόδισε να συνεχίσει τις πρόβες – εν μέσω θεραπειών- και να αρνείται να παγώσει η διαδικασία της προετοιμασίας πεισματικά. Η υγεία της όμως χειροτέρευε σταδιακά και σταματήσαμε τις πρόβες αναγκαστικά. Τρεις μήνες μετά, το φθινόπωρο του ’11 την αποχαιρετήσαμε αποκαρδιωμένοι, σταματώντας κάθε διαδικασία για μια περίοδο έξι μηνών, μη μπορώντας να διαχειριστούμε αυτήν την απώλεια. Οι σκέψεις για ακύρωση της ταινίας άρχισαν να διατυπώνονται φωναχτά, όμως στην πρώτη συνέλευση αποφασίσαμε να συνεχίσουμε, όπως αρμόζει σε συλλογικά εγχειρήματα. Η ταινία γυρίστηκε χωρίς την Σάσα και δεν συνηθίσαμε στιγμή την απουσία της μέχρι σήμερα που ήρθε η ώρα της προβολής της. Γι’ αυτόν τον λόγο η ταινία είναι αφιερωμένη σε αυτήν, στην Σάσα Κρίτση, μια από εμάς.

LYSSA CREW